-
1 перемена
1. (замена, смена одного другим, изменение) η μεταβολή, η μετατροπή, η αλλαγή 2. (перерыв между уроками) το διάλειμμα.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > перемена
-
2 прогноз
η πρόγνωση, η πρόβλεψηРусско-греческий словарь научных и технических терминов > прогноз
-
3 сводка
Русско-греческий словарь научных и технических терминов > сводка
-
4 погода
-ы θ.καιρός•дождливая погода βροχερός καιρός•
перемена погоды αλλαγή του καιρού•
предсказание -ы πρόβλεψη του καιρού•
прекрасная погода θαυμάσιος καιρός•
погода проясняется ο καιρός ξεκαθαρίζει•
бурная погода θυελλώδης καιρός•
в дурную -у σε άσχημο καιρό•
отвратительная погода απαίσιος καιρός•
улучшение -ы καλυτέρευση του καιρού•
погода портится ο καιρός χαλάει•
переменчивость -ы εναλλαγή του καιρού.
εκφρ.делать -у – αφήνω εποχή. -
5 прогноз
прогноз м η πρόγνωση· \прогноз погоды η πρόγνωση του καιρού ·* * *мη πρόγνωσηпрогно́з пого́ды — η πρόγνωση του καιρού
-
6 разведка
η αναγνώριση, η ανίχνευση, (полезных ископаемых) η έρευνα/αναζήτηση των κοιτασμάτων (ορυκτών)сейсмическая - η μελέτη διάδοσης των σεισμικών κυμάτων/δονήσεωνэлектрическая - μέσω μελέτης των ηλεκτρικών/ηλεκτρομαγνητικών πεδίωνРусско-греческий словарь научных и технических терминов > разведка
-
7 отклонить
-лоню, -лонишь, παθ. μτχ. παρλθ. χρ. отклонённый, βρ: -нён, -нена, -неноρ.σ.μ.1. κλίνω, γέρνω•отклонить корпус назад γέρνω το σώμα πίσω.
|| λυγίζω•-ветку λυγίζω το κλαδάκι.
|| αποκλίνω παρεκκλίνω•изменение погоды -ло стрелку барометра η αλλαγή του καιρού έκανε να αποκλίνει ο δείκτης του βαρόμετρου.
|| κινώ, κουνώ•отклонить маятник κινώ το εκκρεμές.
|| απομακρύνω•отклонить от себя απομακρύνω από κοντά μου.
2. αποτρέπω, εμποδίζω•он-ил его от необдуманного поступка αυτός τον απέτρεψε από την απερίσκεπτη πράξη,
3. μτφ. απορρίπτω δε δέχομαι•отклонить просьбу απορρίπτω την αίτηση•
отклонить приглашение δε δέχομαι, την πρόσκληση.
1. αποκλίνω•стрелка -лась ο δείκτης απόκλινε.
|| εκκλίνω, αποφεύγω•от удара αποφεύγω το χτύπημα.
2. παρεκκλίνω, λοξοδρομώ. || μτφ. απομακρύνομαι, ξεφεύγω•-от темы ξεφεύγω από το θέμα.
-
8 резкий
επ., βρ: -зок, -зка, -зко; резче.1. οξύς, δριμύς• διαπεραστικός, σφοδρός• δυνατός, ισχυρός•резкий холод όριμύ ψύχος, τσουχτερό κρύο•
резкий ветер σφοδρός άνεμος•
-ая боль δυνατός πόνος•
резкий свет δυνατό (χτυπητό) φως•
резкий залах δριμεία οσμή•
резкий голос διαπεραστική φωνή.
2. αδρός, ζωηρός• χαρακτηριστικός, ευδιάκριτος•-ие черты лица αδρά χαρακτηριστικά του προσώπου.
3. αιφνίδιος• απότομος•-ое изменение погоды απότομη αλλαγή του καιρού•
-ое повышение температуры απότομη άνοδος της θερμοκρασίας•
-ое повышение цен απότομη άνοδος των τιμών•
-ие движения рук απότομες κινήσεις των χεριών (απότομες χειρονομίες).
4. μτφ. αυστηρός, τσουχτερός, δρ ι-μύς•-ая критика αυστηρή κριτική, μαστίγωμα, καυτηρίαση.
|| αυθάδης, θρασύς•резкий ответ απότομη, θρασεία απάντηση•
-ие слова βωμολοχίες, αισχρόλογα.
-
9 запрос
1. (требование или просьба дать какие-л. сведения, объяснения и т.п.) η επερώτηση 2. (рлк) η επερώτηση προς αναγνώριση.Русско-греческий словарь научных и технических терминов > запрос
-
10 перемена
переменаж1. ἡ μεταβολή, ἡ μετατροπή, ἡ ἀλλαγή:\перемена обстановки ἡ ἀλλαγή τής κατάστασης· \перемена погоды ἡ μεταβολή τοῦ καιρού·2. (комплект белья, платья) ἡ ἀλλαξιά·3. школ. τό διάλειμμα -
11 предсказание
предсказаниес ἡ πρόρρηση, τό προ-μάντεμα, ἡ πρόγνωση [-ις]:\предсказание погоды ἡ πρόγνωση τοῦ καιρού. -
12 прогноз
прогнозм ἡ πρόγνωση [-ις], τό προγνω-στικό[ν], ἡ πρόβλεψη [-ις]:\прогноз погоды ἡ πρόγνωση τοῦ καιρού. прогнуться сов см. прогибаться. проговариваться несов ἀφήνω νά μοῦ ξεφύγει, ἀκριτομυθώ. -
13 изменчивость
-и θ.το ευμετάβλητο, ευμεταβλησία αστάθεια•изменчивость погоды αστάθεια του καιρού•
альтернативная изменчивость εναλλαγή.
-
14 перемена
-ы θ.1. αλλαγή•перемена квартиры αλλαγή διαμερίσματος•
перемена профессии αλλαγή επαγγέλματος•
перемена обстановки и климата αλλαγή περιβάλλοντος και κλίματος.
2. μεταβολή, μετατροπή•резкая перемена погоды απότομη αλλαγή του καιρού•
перемена жизни αλλαγή της ζωής.
3. αλλαξιά•захвати с собой в дорогу две -ы белья πάρε μαζί σου για το δρόμο δυο αλλαξιές. εσώρουχα.
4. παλ. • φαγητό5. διάλειμμα σχολικό. -
15 прогноз
-а α.πρόγνωση, πρόβλεψη•прогноз погоды πρόγνωση του καιρού•
прогноз политического положения πρόγνωση της πολιτικής κατάστασης.
-
16 улучшение
-я ουδ.καλυτέρευση, βελτίωση•улучшение погоды καλυτέρευση του καιρού•
улучшение здоровья καλυτέρευση της υγείας.